Η Τάρα ήταν ήδη διάσημη τραγουδίστρια, όταν η πολύ-γαλαξιακή εταιρία αναψυκτικών Hamo Mili της πρότεινε ως χορηγός μια σειρά συναυλιών στους πιο πυκνοκατοικημένους διαστημικούς σταθμούς των επτά πλανητικών συστημάτων της αυτοκρατορίας των γήινων. Το 1263 μ.τ.κ. μια τέτοια πρόταση ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να συμβεί σε έναν καλλιτέχνη.
Η πολύ-γαλαξιακή εταιρία αναψυκτικών Hamo Mili είχε επιβληθεί οικονομικά αλλά και πολιτισμικά σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο. Το σήμα κατατεθέν του βασικού προϊόντος της, ενός κίτρινο-διάφανου, δροσιστικού αναψυκτικού με ελαφρά κατευναστική δράση, ήταν κάτι σαν σύμβολο της εποχής, ένα σύμβολο που το αναγνώριζαν ακόμα και οι άγριες φυλές των πιο απομακρυσμένων πλανητών.
Οι καλλιτέχνες που επιλέγονταν από την εταιρία να διαφημίσουν το δημοφιλές ποτό γίνονταν αυτομάτως νούμερο ένα στον κόσμο και έλυναν για όλη τους τη ζωή το οικονομικό τους ζήτημα, ταξιδεύοντας και δίνοντας συναυλίες μέχρι και τις τελευταίες άκρες της αυτοκρατορίας. Στις συναυλίες αυτές η εταιρία φρόντιζε να τους παρέχονται τα πιο σύγχρονα οπτικοακουστικά μηχανήματα και γενικά ότι τεχνικό μέσο χρειαζόταν ώστε να μπορούν οι καλλιτέχνες της Hamo Milli να πραγματοποιούν επί σκηνής τα πιο τρελά, τα πιο πρωτοποριακά καλλιτεχνικά τους οράματα.
Αυτό το τελευταίο ήταν που έπεισε και την Τάρα να ξεπεράσει τις ιδεολογικές αναστολές της και να υπογράψει. Τα πιο πρόσφατα, πανάκριβα, τεχνικά μέσα της Hamo Mili Αudiovisual της ήταν απαραίτητα για να πραγματοποιήσει το δικό της μακρινό, άπιαστο, ουτοπικό σχεδόν όνειρο: Ένα ταξίδι στον χρόνο δια μέσου του ήχου.
Είχαν περάσει ήδη δώδεκα ηλιό-κύκλοι από τότε που η Τάρα είχε την πρώτη της εξωσωματική εμπειρία, ενώ τραγουδούσε μπροστά σε ένα κοινό ελάχιστων ανθρώπων σε ένα μικρό, ιπτάμενο κλαμπάκι της 5ης Γαλαξιακής σφαίρας. Σε μια στιγμή που η μελωδία του τραγουδιού περνούσε από την τονική νότα Sa, της προσωπικής της ιδιοσυχνότητας, η Τάρα είχε νιώσει ένα σύντομο φλασάκι, μια παράξενη σκοτοδίνη που για κλάσματα του δευτερολέπτου την μετέφερε σε κάποιο αόριστο σημείο του παρελθόντος.
Νέα και επιπόλαιη ακόμα τότε, δεν είχε δώσει βάση σε κείνο το περιστατικό. Μια απλή ζάλη θα ήταν από τον υπέρ-οξυγονωμένο εγκέφαλό της, ή ίσως μια παρενέργεια του χαπιού Amanita, που κάποιοι θαυμαστές της είχαν δώσει πριν ανέβει στην σκηνή, υποσχόμενοι ότι θα την εκτόξευε στο διάστημα.
Όμως λίγους εμμηνοκύκλους αργότερα σε μια ανοιχτή συναυλία κάτω από τον γυάλινο θόλο του πλανήτη Θωρ 13 της συνέβη για δεύτερη φορά το ίδιο. Το κοινό της είχε ήδη αρχίσει να πληθαίνει, η Τάρα ήταν σε φόρμα και η προσοχή του κόσμου πάνω της και η αγάπη που αναδυόταν από τα βλέμματά τους ήταν ιδιαίτερα δυνατή. Τραγούδαγε λοιπόν συγκεντρωμένη, ζεσταμένη και χαλαρή, όταν η μελωδία του τραγουδιού πέρασε και πάλι για λίγο από την νότα της προσωπικής της ιδιοσυχνότητας. Πρόκειται για την νότα εκείνη, της οποίας οι δονήσεις συντονίζονται φυσικά με τις δονήσεις των μορίων του σώματος που την εκφέρει. Η τονική Sa, η βασική νότα της κάθε κλίμακας, που όμως για τον καθένα έχει διαφορετικό ύψος, ύψος που αλλάζει ανάλογα με τις διαστάσεις, το σχήμα, την σύσταση και τις σκέψεις του κάθε σώματος.
Καθώς λοιπόν η Τάρα τραγουδούσε και αυτοσχεδίαζε πάνω στο δικό της Sa, να τη πάλι εκείνη η ευχάριστη σκοτοδίνη, που την βύθισε στιγμιαία σε μια μαύρη τρύπα, σ’ ένα σκοτεινό κανάλι του χρόνου, σε ένα βαθύ, ανεξερεύνητο αγγείο, σαν το γράμμα ύψιλον της λέξης νυν.
Για μια στιγμή, που της φάνηκε ότι κράτησε πολύ περισσότερο, ένιωσε ότι μέσα από το φυσικό ηχείο του δικού της σώματος πέρασε στην ανάσα ενός άλλου σώματος, που χιλιάδες ηλιοκύκλους πιο πριν τραγούδαγε συντονισμένο στην ίδια συχνότητα, την ίδια τονική νότα και με τον ίδιο τρόπο. Πρόλαβε να δει γύρω της τους ακροατές ξαπλωμένους πάνω σε μαξιλάρια να την παρακολουθούν μισοζαλισμένοι, τρώγοντας και πίνοντας ένα χρυσαφί ποτό που μύριζε αλκοόλη. Κι ακόμα ένιωσε ότι κρατούσε στα χέρια της ένα παράξενο μουσικό όργανο με εφτά χορδές που συνόδευαν το τραγούδι της με έναν γλυκό, ξεχασμένο ήχο.
Μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου η Τάρα συνειδητοποίησε ότι είχε μεταφερθεί σε μιαν εποχή και έναν τόπο που γνώριζε μονάχα μέσα από τις σπουδές της στο Kala Academy of the Universe, το πασίγνωστο Υπεργαλαξιακό Πανεπιστήμιο Ανθρωπολογικής Μουσικολογίας. Ανατρέχοντας στις γνώσεις της πάνω στην ιστορία των πολιτισμών και της μουσικής, αναγνώρισε δια μιας ότι είχε μεταφερθεί στην εποχή που οι γήινοι ονόμαζαν Προ Χριστού, όταν ακόμα μετρούσαν τον χρόνο με βάση την γέννηση του ιδρυτή κάποιας απ’ τις θρησκείες τους. Οι κάτοικοι της γης ντύνονταν ακόμα τότε με υφάσματα και οι τραγουδιστές τραγούδαγαν με την συνοδεία ενός χειροκίνητου μουσικού οργάνου φτιαγμένου από ένα άγνωστο υλικό που ονομαζόταν ξύλο και είχε πάνω του εφτά χορδές που πάλλονταν με την βοήθεια των δαχτύλων.
Τα χειροκροτήματα του κοινού την συνέφεραν και την γύρισαν πίσω στον γυάλινο θόλο του πλανήτη Θωρ 13, το 1251 μ.τ.κ.
Μετά από το κείνο το δεύτερο περιστατικό η Τάρα άρχισε να ασχολείται σοβαρά με το θέμα. Για ώρες αρμένιζε ανιχνευτικά μέσα στο γαλαξιακό διαδίκτυο, ξεψαχνίζοντας τα κεφάλαια περί της Φυσικής του Ήχου, περί της Φιλοσοφίας των Μαθηματικών και του Χρόνου, περί της Μουσικής Τέχνης, περί της Μεταφυσικής των Δονήσεων και των Ταλαντώσεων των Υπερελάχιστων Σωματιδίων της Ύλης και του Φωτός, περί της Συγκινησιακής Φόρτισης ως Μεταβολέα των Μαγνητικών Ενεργειακών Πεδίων, περί της Σύστασης του Αιθέρα.
Κυρίως όμως συνέχισε να ασκεί τις φωνητικές της χορδές, δουλεύοντας γύρω από τη δική της ιδιοσυχνότητα και παρατηρώντας με μεγάλη αυτοσυγκέντρωση και προσοχή την αναπνοή της και τις ταλαντώσεις και τις διαδρομές του ήχου μέσα στα φυσικά ηχεία του σώματός της. Τεράστιοι ορίζοντες αυτογνωσίας της ανοίχτηκαν με αυτή της την καθημερινή άσκηση.
Παράλληλα χρησιμοποιούσε κάθε τόσο και την τεχνολογία του ήχου. Τραγουδώντας με διαφορετικούς τρόπους, σαμπλάριζε φράσεις και νότες της φωνής της και κατόπιν μελετούσε τις κυματομορφές τους και πειραματιζόταν πάνω τους, πειράζοντάς τες πάνω στην οθόνη ολογραμμάτων του υπολογιστή. Πολλαπλασίαζε ή έκοβε τις αρμονικές τους, τις γύρναγε ανάποδα, τις έβαζε να συνηχούν με ένα σωρό άλλους αυτοσχέδιους ήχους και θορύβους, προσπαθώντας έτσι να δημιουργήσει τις κατάλληλες ηχητικές συντεταγμένες που θα διευκόλυναν ίσως την εκτόξευση της στον χωρόχρονο. Για δώδεκα συνεχή χρόνια διήρκεσαν οι πειραματισμοί της.
Καθώς έμπαινε όλο και πιο βαθιά σε αυτή την έρευνα, ανακάλυπτε και συνειδητοποιούσε πόσο οι ηχητικές συντεταγμένες και οι κραδασμοί που γεννιόνταν από τη φωνή της, επηρεάζονταν άμεσα και καταλυτικά και από κάτι άλλο ακόμα. Ήταν το ενεργειακό πεδίο που υφαινόταν από την συγκινησιακή φόρτιση του κοινού στις συναυλίες, σε συνδυασμό με την δική της δυνατή συγκίνηση που ξεχυνόταν βαθιά μέσα από το ηλιακό πλέγμα και πλούτιζε τον ήχο της φωνής με αρμονικές άλλων διαστάσεων. Την εποχή που η Tara έκανε αυτή την ανακάλυψη, έπεσε …συμπτωματικά και η πρόταση της Hamo Mili για την μεγάλη τουρνέ. Και φυσικά την δέχτηκε με μεγάλη χαρά. Ήταν ο καλύτερος τρόπος να πειραματιστεί με αυτές τις αρμονικές των άλλων διαστάσεων και τις επιδράσεις τους στο Μεγάλο Έργο.
Η προηγμένη επιστήμη της μ.τ.κ. εποχής είχε μόλις τότε αρχίσει να υποψιάζεται την ύπαρξη και άλλων διαστάσεων, πέρα από τις γνωστές τέσσερεις και να προσπαθεί αμυδρά και αόριστα να τις καθορίσει. Η Τάρα όμως τις είχε ήδη σχεδόν εντοπίσει εμπειρικά: η προσοχή του κόσμου, τα βλέμματα συγκεντρωμένα όλα επάνω της και η συγκινησιακή φόρτιση, όλα αυτά μαζί, φαίνεται ότι συντελούσαν στον σχηματισμό της μαγνητικής εκείνης ακτίνας που την βύθιζε στην μαύρη τρύπα του χρόνου και την έκανε να επισκέπτεται τα σώματα τραγουδιστριών που είχαν ζήσει, τραγουδήσει, συγκινηθεί και λατρευτεί αιώνες ή και χιλιετίες πριν από την ίδια.
Και τι δεν είχε προλάβει να δει σ’ αυτά τα ταξίδια που της συνέβαιναν πλέον αρκετά συχνά κατά την διάρκεια των συναυλιών της. Και τι δεν είχε να διηγηθεί κατόπιν στους όλο και πιο πολλούς ακροατές της, που ταξίδευαν κι αυτοί μαζί της στα πιο απίθανα μέρη και εποχές.
Βρέθηκε στην έρημο Σαχάρα γύρω στον 11μΧ αιώνα να τραγουδά με βραχνή φωνή βεδουίνας το αραβικό έπος Χιλάλι. Βρέθηκε να τραγουδά την Μάχη Των Δέντρων σε κάποιο χαρούμενο, ανοιξιάτικο πανηγύρι της Ιρλανδίας απέναντι σε έναν μάγο Δρυΐδη. Έπιασε τον εαυτό της να εξιστορεί μελωδικά τον έρωτα του Ερωτόκριτου για την Αρετούσα, του Μαζνούν για την Λαϊλά, του Κρίσνα για την Ράντα. Βρέθηκε σε ροκ συναυλίες με εκκωφαντικές κιθάρες και σε οργιαστικά γλέντια με γκάιντες και ζουρνάδες, όπου οι άνθρωποι γύρω της χόρευαν πάνω σε αναμμένα κάρβουνα, εκστασιασμένοι από την μουσική. Βρέθηκε να θυμάται απ’ έξω και να απαγγέλει τραγουδιστά όλους τους στίχους της Ραψωδίας Του Σωσμού Μετά Την Καταστροφή.
Οι εξωχρονικές αυτές εμπειρίες και οι σύντομες επισκέψεις της Τάρα σε άλλους τόπους, σε άλλα σώματα και εποχές, άνοιγαν όλο και περισσότερο την όρεξή της για ταξίδια και περιπέτειες μέσα στον απέραντο χάρτη του χωρόχρονου. Στόχος της ζωής, της δουλειάς και της μελέτης της έγινε η πραγματοποίηση τέτοιων ταξιδιών συνειδητά και προγραμματισμένα.
Μέσα από την ίδια την εμπειρία της, μέσα από τα δικά της εσωτερικά πειράματα, έψαχνε να βρει πως θα κατάφερνε να μεταφέρεται σε συγκεκριμένα χωροχρονικά σημεία δικής της επιλογής και να μπορεί να μένει σε αυτά για μεγαλύτερη διάρκεια, να τα παρατηρεί, να τα καταγράφει στην μνήμη της, αλλά και να μπορεί και πάλι συνειδητά και με δική της απόφαση, να επιστρέφει στο παρόν. Ούτε οι πιο σοφοί μετά-πυρηνικοί επιστήμονες της τόσο προηγμένης τεχνολογικά μ.τ.κ. εποχής, δεν τολμούσαν να ονειρευτούν ένα τόσο σπουδαίο τεχνολογικό επίτευγμα. Κι όμως η Τάρα ήταν αυτή που το κατάφερε τελικά με τον δικό της εντελώς αντί-επιστημονικό για τα μάτια των επιστημόνων τρόπο.
Ήταν η τελευταία και μεγαλύτερη συναυλία της, στα πλαίσια του Hamo Mili Cosmos Tour με την οποία και θα έκλεινε την παν-γαλαξιακή τουρνέ της. Η ολοστρόγγυλη, ιπτάμενη σκηνή ήταν ντυμένη με κρυσταλλικές γιγαντοοθόνες που κυμάτιζαν γύρω από την τραγουδίστρια σαν προϊστορικές μεταξωτές κουρτίνες. Τα χρώματα ιρίδιζαν ψυχεδελικά, ανάλογα με τις εναλλαγές των συναισθημάτων της Τάρα και του κοινού. Ιπτάμενα θεωρεία που έμοιαζαν με γαλάζια σύννεφα όζοντος αιωρούνταν στον αέρα γύρω από την σκηνή. Ένα τεραστίων διαστάσεων μπουκάλι Hamo Mili, στο γνωστό σχήμα της Υδρογείου, με το χρυσαφί καλαμάκι στον βόρειο πόλο και με το χαρακτηριστικό σήμα κατατεθέν, ένα μικρό άσπρο-κίτρινο ανθάκι πάνω από την Μεσόγειο, πετούσε κι αυτό τριγύρω της, σκορπίζοντας στον χώρο φυσαλίδες με την αιθέρια μυρουδιά του δημοφιλούς αναψυκτικού.
Η Τάρα τραγουδούσε χορεύοντας λικνιστικά στο κέντρο της αιωρούμενης σκηνής. Το μακρύ φόρεμά της άφηνε ακάλυπτα τα στήθη, τονίζοντας έτσι την ομορφιά του μπούστου και των χεριών της. Σαν μια προϊστορική θεά των φιδιών, κουνούσε τα λεπτά της μπράτσα, μιμούμενη την κίνηση των ερπετών που ήδη από αιώνες είχαν πάψει να φοβίζουν τα γένη των γήινων αποίκων στις αποστειρωμένες άκρες του διαστήματος. Παντού τριγύρω της κρυμμένα μάτια θερεμίνης ενεργοποιούνταν από την θερμική ακτινοβολία των χεριών της που ανάλογα με την θέση τους, άλλαζαν τις παραμέτρους του ήχου, και έντυναν το τραγούδι της με ένα παχύ, βελούδινο δίχτυ αρμονικών.
Η συγκίνηση του κόσμου κορυφωνόταν καθώς η συναυλία πλησίαζε προς το τέλος της. Η Τάρα έκλεισε το τελευταίο της τραγούδι με την τονική νότα, το Sa της ιδιοσυχνότητάς της. Την κράτησε μακρόσυρτη, όσο άντεχε η εξασκημένη αναπνοή της, αλλάζοντας συγχρόνως ελαφρά την κίνηση των χεριών της. Αντί για φίδια τα χέρια της έμοιασαν ξαφνικά σαν ανοιγμένες φτερούγες αητού που ετοιμάζεται να πετάξει. Τα μάτια θερεμίνης ευαισθητοποιήθηκαν από τις ζεστές παλάμες της και μια απέραντη γκάμα από αρμονικές της νότας που κρατούσε με την φωνή της ξεχύθηκε από τα αόρατα μαγνητικά ηχεία που αιωρούνταν ανάμεσα στη σκηνή και τα ιπτάμενα θεωρεία με τον κόσμο.
Οι θεατές γούρλωσαν τα μάτια τους υπνωτισμένοι και η Τάρα ένιωσε την ατμόσφαιρα να φορτίζεται από την συγκίνησή τους. Οι λεπτές ίνες των αμφίρροπων συναισθημάτων μπλέχτηκαν με τις δονήσεις του ήχου και η ατμόσφαιρα έγινε ξαφνικά πηχτή και συμπαγής σαν φυσικό σώμα. Είχε φτάσει η κατάλληλη στιγμή. Έτσι όπως έμοιαζε σαν πουλί αρπακτικό έτοιμο να πετάξει, η Τάρα, πέταξε τότε πραγματικά. Γλιστρώντας πάνω στην στερεοποιημένη ηχητική συχνότητα, εκτοξεύτηκε και χάθηκε για πάντα μέσα στο χωροχρόνο. Η συνείδησή της έγινε ένα με τον ήχο και ταξιδεύει από τότε στον απέραντο ωκεανό του χρόνου.
Για λίγα δευτερόλεπτα έγινε σιωπή.
«Και το σώμα της;» ρώτησε κάποιος.
«Το σώμα της έγινε, λένε, στήλη άλατος. Καθώς εκτοξευόταν προς το διάστημα, έγινε ένα άγαλμα από αλάτι που σιγά σιγά διαλύθηκε κι αυτό και σκορπίστηκε στον αιθέρα.»
Ο παγωμένος άνεμος της στέπας ακούστηκε να σφυρίζει απειλητικά έξω από τη γιούρτα. Τα γιακ χλιμίντρισαν φοβισμένα μέσα στην βαθιά νύχτα. Οι γυναίκες ανατρίχιασαν κι έσφιξαν τα κοιμισμένα παιδιά στις αγκαλιές τους. Κάποιοι αναδεύτηκαν μέσα στις κουβέρτες τους και σούρθηκαν πιο κοντά στη φωτιά.
«Αυτή ήταν η ιστορία της Τάρα, που ταξίδεψε στον χρόνο και άνοιξε τον δρόμο στους σοφούς της εποχής της, να την ακολουθήσουν. Σας την αφηγήθηκα, έτσι όπως την αφηγούνταν οι παππούδες μας, έτσι όπως την αποστήθισα σιγά σιγά από μικρός, και έμαθα κι εγώ να την διηγούμαι με όλα τα ακαταλαβίστικα νοήματα και τις άγνωστες λέξεις της. Έτσι όπως την άκουσα, έτσι ακριβώς σας την είπα.»
Η βραχνή φωνή του γέρου παραμυθά έσβησε κουρασμένη πάνω σ’ αυτές τις τελευταίες φράσεις. Τα κάρβουνα στο μαγκάλι, στη μέση της γιούρτας κόντευαν να σβήσουν κι αυτά. Ο γέροντας ακούμπησε προσεχτικά το σάζι του στο πλάι, ήπιε μια τελευταία γουλιά καυτό χαμομήλι με βούτυρο γιακ κι έγειρε να κοιμηθεί μέσα στην χοντρή, τρίχινη κουβέρτα του. Ο άνεμος της στέπας συνέχισε έξω να σφυρίζει τα δικά του παραμύθια, μαζεμένα από τους ήχους της παγωμένης ερήμου που εκτίνεται στα βάθη της Ασίας, στο βόρειο ημισφαίριο του πλανήτη γη.
Κρίστη Στασινοπούλου
31/1/2018